Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Να στοχεύσουμε στις πραγματικές αιτίες (άρθρο μου για την Θεσσαλονίκη της 29/4/2013)


Κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης οι Έλληνες απόλαυσαν πολλά. Πέραν της δημοκρατικής και πολιτικής σταθερότητας, το βιοτικό επίπεδο ανέβηκε με ταχείς ρυθμούς και η χώρα συνδέθηκε με ένα από τα σημαντικότερα μεταπολεμικά εγχειρήματα της παγκόσμιας κοινότητας, την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μέσα στην καταχνιά της κρίσης καλό είναι να ενθυμούμαστε τα δεδομένα, τις επιτυχίες και τις θετικές εξελίξεις, ώστε να μπορούμε ακολούθως με ωριμότητα και αντικειμενικότητα να προβούμε σε αποτιμήσεις.

Κατακρίνουμε πολλές πτυχές της μεταπολίτευσης και ορθά πράττουμε. Πέραν της αυτονόητης υποσημείωσης όμως πως δεν πήγαν όλα στραβά και πως, όπως προανέφερα, υπήρξαν σημαντικές επιτυχίες αυτής της περιόδου, εκτιμώ ότι δεν έχουν χωνευθεί κάποια πραγματικά δεδομένα. Να ασκήσουμε κριτική, να επισημάνουμε τα λάθη, να δούμε τις αδυναμίες αλλά στη σωστή τους βάση.Για παράδειγμα, ας δούμε από μια ευρεία οπτική το ελληνικό κοινωνικό κράτος. Η κοινωνική δαπάνη στη χώρα μας προ κρίσης είχε εκτοξευτεί. Προσέγγιζε, αν δεν ξεπερνούσε κιόλας, τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αντίθετα δηλαδή από τη διαδεδομένη άποψη, η δαπάνη για κοινωνική προστασία ήταν αρκετά μεγάλη. Το πρόβλημα με αυτό το δεδομένο όμως είναι πως παρά τη δαπάνη, το αποτέλεσμα ήταν μικρότερο του αναμενόμενου. Πολλές χώρες επιτύγχαναν εμφατικά καλύτερα αποτελέσματα σε όλους τους τομείς, με τους ίδιους αναλογικά πόρους. Μετά τις εκροές των κοινωνικών δαπανών απεγκλώβιζαν για παράδειγμα από τη φτώχεια πολύ μεγαλύτερα ποσοστά του πληθυσμού από ό,τι κατάφερνε το ελληνικό κράτος. Στη δική μας περίπτωση το κοινωνικό κράτος ήταν γενναιόδωρο με τους δυνατούς και σκληρό με τους αδύνατους. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει μάλιστα πως αναδιένεμε πόρους προς την αντίθετη φορά -από τους πραγματικά έχοντες ανάγκη προς εκείνους που απολάμβαναν ποικιλόμορφη προστασία και ασφάλεια. Το συμπέρασμα όλων αυτών είναι ένα. Το ελληνικό κοινωνικό κράτος δεν στερούνταν πόρων, δεν ήταν φτωχό. Απλά ήταν κακό, ήταν αναποτελεσματικό και δεν ήταν στοχευμένο. Τη στιγμή της κρίσης, όπου πράγματι η ανάγκη δημοσιονομικής εξυγίανσης κατέστη επιτακτική, είναι αλήθεια πως οι πόροι περιορίστηκαν και το σύστημα βρέθηκε παντελώς ανέτοιμο να ανταποκριθεί στη νέα απαιτητική συνθήκη.

Με αφορμή την περίπτωση του κοινωνικού κράτους προσφέρονται συμπεράσματα που οδηγούν στην αναθεώρηση πολλών απόψεων. Η κριτική έχει επωφελή αποτελέσματα όταν στοχεύει τον πυρήνα του προβλήματος. Δυστυχώς, η κρίση και η απότομη καθίζηση μας έχει αποστερήσει αυτή τη δυνατότητα καθώς η ψυχραιμία είναι ζητούμενο. Κόμματα και πολιτικοί βρήκαν την ευκαιρία να επενδύσουν στη δίκαιη αγανάκτηση των πληττόμενων από την κρίση Ελλήνων, αποστερώντας τους έτσι τη δυνατότητα να δουν καθαρά τις αιτίες αυτής. Αντί λοιπόν ενός πάνδημου αιτήματος για αλλαγές όλων εκείνων που οδήγησαν στην κρίση, πολλές φορές παρατηρείται το ακριβώς αντίθετο. Αιτήματα και διεκδικήσεις υπέρ του status quo, την ακινησίας, του προηγούμενου καθεστώτος με μανδύα φιλολαϊκό. Επιπλέον, όλη η ρητορική περί αλλαγών περιορίζεται σε πολιτικό επίπεδο. «Να φύγουν αυτοί, να έρθουμε εμείς που δεν κλέψαμε και είμαστε καλύτεροι» -είναι το μόνιμο μοτίβο των αντιπολιτεύσεων. Δεν θα υπήρχε πρόβλημα εάν αυτό συνοδευόταν από μία ανάλυση και μία αντιπρόταση τεκμηριωμένη. Επανερχόμενοι στο παράδειγμά μας, αυτό του κοινωνικού κράτους, δεν αρκεί να κατακεραυνώνει κανείς τις περικοπές στην υγεία, στις συντάξεις, και γενικότερα την απίσχναση της προνοιακής πολιτικής αν δεν επισημαίνει τα δομικά προβλήματα των συστημάτων, αν δεν παρουσιάσει ρεαλιστικό σχέδιο μεταρρύθμισης αυτών. Η εναλλαγή κομμάτων στην εξουσία δεν σημαίνει αναγκαστικά αλλαγή πρακτικών. Για το λόγο αυτό ο κομματικός ανταγωνισμός δεν πρέπει να περιορίζεται σε περιφερειακά ζητήματα, σε πολωτικές τακτικές και σε ατέρμονες συγκρούσεις. Υπάρχει πραγματικό πεδίο και είναι αυτό των αναγκαίων αλλαγών και μεταρρυθμίσεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου